Submitted by panagiotis on Fri, 09/02/2016 - 12:06
Ο «Πολιτισμός» της τεχνολογίας και του κερδοσκοπισμού από το 1950 άρχισε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατεδάφισης όλων των παραδοσιακών κτηρίων της Αθήνας, που κυριολεκτικά κοσμούσαν την πόλη και συνέδεαν αισθητικά τη σύγχρονη εποχή με το παρελθόν. Από τη μανία εκείνη δεν γλύτωσαν λαμπρά νεοκλασικά οικοδομήματα για να ανεγερθούν στη θέση τους άκομψες ογκώδεις κατασκευές που πνίγουν το περιβάλλον και κακοποιούν τις ευαισθησίες των ανθρώπων.
Κάτι τέτοιο συνέβη και με το κτήριο Βούρου, στο ισόγειο του οποίου λειτουργούσε το καφενείο του Ζαχαράτου.
Όταν το 1960 ανακοινώθηκε η οριστική απόφαση κατεδάφισής του, οι αντιδράσεις των απλών ανθρώπων και του πνευματικού κόσμου ήσαν έντονες. Δεκάδες ήσαν τα κείμενα που γράφτηκαν για την απώλεια του ιστορικού καφενείου, πολλές οι συζητήσεις που έγιναν και οι αντιδράσεις που προέκυψαν για την απόφαση να κλείσει, αφού με εκείνο τελείωνε και ένα κομμάτι της νεώτερης ιστορίας των Αθηνών και της Ελλάδας.
Πολύ συγκινητικό ήταν το χρονογράφημα του δημοσιογράφου Παύλου Παλαιολόγου, ο οποίος έγραψε στο «Βήμα» ανάμεσα στα άλλα και τα εξής: «Ένα καφενείο κατεδαφίζεται στο τετράγωνό μου. Από τα τελευταία. Πόσα τάχα απομένουν; Αν ανήκα στους χορηγούς θα εμπιστευόμουν στην Ακαδημία την απονομή επάθλου για τη συγγραφή της ιστορίας του καφενείου που πεθαίνει. Κάθε μέρα και ένας θάνατος. Ο τελευταίος αιώνας του βίου του. Ούτε για δείγμα θα υπάρχει το 2000μ.Χ. Θέμα σπαρταριστό για λαογράφους, λογοτέχνες, ιστορικούς, ποιητές ακόμα. Πως δεν σκέφτηκαν να του εκφωνήσουν τον επικήδειο;».
Η αναφορά μας στο καφενείο δεν αποτελεί επικήδειο. Προσπάθεια είναι να διασωθεί από τα κείμενα και τις εικόνες, η ιστορία του καφενείου Ζαχαράτου και μέσα απ' αυτό, στοιχεία της νεοελληνικής μας ζωής.
Γιάννης Λ. Λάμπρου